Δευτέρα 11 Μαρτίου 2013

Γ. ΙΩΣΗΦ " ΑΣΚΗΣΗ - Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ "


Νόμοι και τρόποι του πνευματικού πολέμου κατά τους Πατέρες

Έχοντας υπ' όψη την πνευματική εμπειρία των Πατέρων μας επιχει­ρούμε να σημειώσουμε σύντομα και περιληπτικά τα είδη των μελών και των μέσων τα οποία χρησιμοποιούνται κατά τη μάχη και την πάλη της νόμιμης άθλησης.

 
Αρετές και πάθη

Ο Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στον «Περί αρετήν και κακιών» λόγο του μας εισάγει στο θέμα γράφοντας: «Πρέπει να ξέρουμε ότι ο άνθρωπος είναι διπλός, δηλαδή από σώμα και ψυχή, και έχει διπλές τις αισθήσεις και διπλές τις αρετές τους. Πέντε αισθήσεις έχει η ψυχή και πέντε το σώμα. Οι ψυχικές αισθήσεις είναι: Νους, διάνοια, γνώ­μη, φαντασία και αίσθηση. οι σοφοί τις ονομά­ζουν και δυνάμεις. Οι σωματικές αισθήσεις είναι αυτές: όραση, όσφρηση, ακοή, γεύση και αφή. Γι' αυτό και διπλές είναι οι αρετές, διπλές και οι κακίες. Ώστε είναι αναγκαίο να γνωρίζει καθαρά ο κάθε άνθρωπος, πόσες είναι οι ψυχικές αρετές και πόσες οι σωματικές. Και ποια είναι τα ψυχικά πάθη και ποια τα σωματικά. Ψυχικές αρετές είναι εν πρωτοις οι τεσσερεις γενικώτατες αρετές, οι όποιες είναι: Ανδρεία, φρόνηση, σωφροσύνη και δικαιοσύνη. Από αυτές γεννιούνται οι ψυχικές αρετές: Πίστη, ελπίδα, αγάπη, προσευχή, ταπεί­νωση, πραότητα, μακροθυμία, ανεξικακία, αορ­γησία, θεία γνώση» και γενικά ολόκληρο το σύ­στημα του ήθους και του χρηστού βίου.

 «Σωματικές αρετές, η μάλλον εργαλεία των αρε­τών, που όταν γίνονται με γνώση κατά το θέλημα τον Θεού και μακριά από κάθε υποκρισία και αν­θρωπαρέσκεια, κάνουν τον άνθρωπο να προκόβει στην ταπείνωση και την απάθεια, είναι οι εξής: Περιεκτική εγκράτεια, νηστεία, πείνα, δίψα, αγρυ­πνία, συνεχής γονυκλισία, ξηροφαγία, φτώχεια, α­κτημοσύνη, σιωπή» και όσα δαμάζουν την ορμή της αταξίας του σώματος. Όπου όμως η σωματική α­σθένεια εμποδίζει την άσκησή τους αναπληρώνο­νται με την ταπείνωση και την ευχαριστία.

 «Τώρα πρέπει να κάνουμε λόγο και για τις ψυχικές και σωματικές κακίες, δηλαδή τα πάθη» Που είναι ο σκοπός της άσκησής μας. «Ψυχικά πάθη είναι η λήθη, η ραθυμία και άγνοια» τα οποία ονομάζονται γίγαντες των παθών. «Από τα τρία αυτά σκοτίζεται το μάτι της ψυχής, δηλαδή ο νους και κυριεύεται από όλα τα πάθη και σημειώ­νουμε μέρος από αυτά: Ασέβεια, κακοδοξία, δη λαδή η κάθε αίρεση, βλασφημία, θυμός, οργή, πι­κρία, μισανθρωπία, μνησικακία, κατάκριση, λύπη χωρίς λόγο, φόβος, δειλία, φιλονεικία, ζήλεια, φθόνος, κενοδοξία, υπερηφάνεια, υποκρισία, ψευτιά, απιστία» και το σύνολο της ψυχικής δια­στροφής, που παραμορφώνει την ανθρώπινη προ­σωπικότητα και είναι ένα είδος δαιμονισμού.

 «Σωματικά πάθη» -αν τα ονομάσουμε έργα της ντροπής δεν κάνουμε λάθος- «είναι: Γαστρι­μαργία, λαιμαργία, απόλαυση, μέθη, λαθροφαγία, ποικιλότροπη φιληδονία, πορνεία, μοιχεία, ασέλγεια, αιμομιξία, κτηνοβασία, κακές επιθυμίες και όλα τα παρά φύση αισχρά πάθη: Κλοπή, Ιεροσυ­λία, ληστεία, φόνος» και οποιαδήποτε σαρκική χρε­οκοπία. «η εμπαθής παράχρηση των τερπνών του κόσμου, η φιλοσώματη ζωή που παχαίνει το νου και τον κάνει γήινο και κτηνώδη και δεν τον αφή­νει να σηκωθεί προς το Θεό και προς την εργασία τωνν αρετών.

Ρίζες όλων αυτών των παθών και πρωταίτιες είναι η φιληδονία, η φιλοδοξία και η φιλαργυρία, από τις οποίες γεννιέται κάθε κακό. Δεν αμαρτά­νει ποτέ ο άνθρωπος, αν πρωτύτερα δεν υπερισχύσουν και δεν τον κατακυριεύσουν οι δυνατοί γίγαντες, δηλαδή η λήθη, η ραθυμία και η άγνοια. Αυτές (τις ρίζες) τις γεννά η ηδονή, η άνεση και η αγάπη της δόξας των ανθρώπων και του περι­σπασμού. Η πρώτη αιτία όλων αυτών και κακή μητέρα είναι, όπως προείπαμε, η φιλαυτία, δηλα­δή η παράλογη αγάπη του σώματος και η εμπα­θής προσκόλληση σ΄ αυτό.

Πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι η εμπαθής φιληδονία είναι πολύμορφη και πολύτροπη», που άπ' αυτήν δύσκολα γλυτώνει ο ακουραστος αγω­νιστής.

 «Γιατί είναι πάρα πολλές οι ηδονές που τρα­βούν προς τον εαυτό τους τα μάτια της «ψυχής» γιατί ενώνονται όλες οι κρούσεις σε πάθη και επι­θυμίες ψυχικές και σωματικές και ο νόμος της διαστροφής κυριεύει και αλίμονο στην ψυχή στην οποία μαράνθηκε ο φόβος του Θεού και η αγάπη προς αυτόν, από την οποία έρχεται η επιμέλεια των αρετών. Εάν αυτά δεν υπάρχουν έξ' αιτίας του νυσταγμού της αμέλειας, τότε αιχμαλωτίζει η προσκόλληση στα γήινα με τις ακατονόμαστες ηδονές και ανατρέπεται κάθε ισορροπία. Εάν ε­πικρατήσει η κατάσταση της αμέλειας, τότε αλί­μονο!, γεννιέται η συνήθεια, που έχει δύναμη ως δεύτερη φύση και οδηγεί στο θάνατο.

 

Το τριμερές της ψυχής και η θεραπεία τον


Οι θειότατοι Πατέρες μας για να έχουμε ακρι­βέστερη γνώση για τις ροπές των παθών, μας μί­λησαν με σαφήνεια για το τριμερές της ψυχής.

«Η ψυχή του ανθρώπου διαιρείται σε τρία μέρη (ή ιδιότητες ή ενέργειες ή δυνάμεις) το λο­γιστικό, το θυμικό και το επιθυμητικό. Του λογι­στικού αμαρτήματα είναι αυτά: Απιστία, αίρεση, αφροσύνη, βλασφημία, αχαριστία και οι συγκα­ταθέσεις των αμαρτημάτων, οι οποίες γίνονται από το παθητικό μέρος της ψυχής. Η ίαση και η θεραπεία αυτών των κακών είναι η βέβαιη και αδίστακτη (χωρίς δισταγμό) πίστη στο Θεό και τα αληθινά και χωρίς πλάνη Ορθόδοξα δόγματα της ευσέβειας η συνεχής μελέτη των λόγων του Πνευ­ματος, η καθαρή και αδιάλειπτη προσευχή και η ευχαριστία προς το Θεό.

Τα αμαρτήματα τον θυμικού είναι τα εξής: Η ασπλαγχνία, το μίσος, η ασυμπάθεια, η μνησικα­κία, ο φθόνος, ο φόνος» και τα συναφή από τα οποία εξαφανίζεται η έννοια της αγάπης. « Η ίαση και η θεραπεία τους είναι η φιλανθρωπία, η αγά­πη, η πραότητα, η φιλαδελφία, η συμπάθεια, η ανεξικακία και η καλωσυνη.

Του επιθυμητικού τα αμαρτήματα είναι τα εξής: Η γαστριμαργία, η λαιμαργία, η οινοποσία, η πορνεία, η μοιχεία, η ακατονόμαστη ακαθαρσία, η ασέλγεια, η δίψα του ακόρεστου πλουτισμού και των ηδονών που βρίσκεται η γενική αιχμαλω­σία. Η ίαση και θεραπεία αυτών είναι η νηστεία, η εγκράτεια, η σκληραγωγία, η ακτημοσύνη, το σκόρπισμα των χρημάτων στους φτωχούς η επιθυμία των μελλόντων εκείνων αθάνατων αγαθών, ο πόθος της βασιλείας του Θεού και η επιθυμία της θείας υιοθεσίας».

Οι λογισμοί και η αντιμετώπισή τους


 «Τώρα πρέπει να κάνουμε λόγο για τη διά­γνωση των εμπαθών λογισμών, από τους οποίους γεννιέται κάθε αμαρτία. Οχτώ είναι οι βασικοί λογισμοί της κακίας: Της γαστριμαργίας, της πορ­ νείας, της φιλαργυρίας, της οργής, της λύπης, της ακηδίας, της κενοδοξίας και της υπερηφάνειας. Το να μας παρενοχλούν η να μη μας παρενοχλούν οι οκτώ αυτοί λογισμοί δεν είναι στην εξουσία μας. Το να επιμένουμε όμως σ' αυτούς ή να μη επιμένουμε, να κινούμε τα πάθη ή να μην τα κι­νούμε, αυτό είναι στην εξουσία μας. Εάν δεν αντι­σταθήκαμε και συνομιλήσαμε μ' αυτούς, επειδή μας άρεσαν και εάν απέκτησαν εξουσία αυτό ο­φείλεται στη συγκατάθεσή μας.

Ο τρόπος της κρούσης και επαφής τους με μας, ως θύρα της εισόδου τους, είναι ο νους. Στους λογισμους αυτούς διακρίνουμε τα εξής: Προ­σβολή, συνδυασμό, πάλη, πάθος, συγκατάθεση» (που πλησιάζει και μοιάζει με την πράξη), ενέρ­γεια και αιχμαλωσία.

 «Προσβολή είναι η απλή υπόμνηση η παρα­κίνηση του διαβόλου, για να φανεί η πρόθεσή μας, η προτίμησή μας. Αυτό δεν εξαρτάται από μας και ούτε μας κρίνει. Συνδυασμός είναι η παραδοχή του λογισμού που μας υποβάλλει ο εχθρός και μ' ένα τρόπο, η μελέτη του πονηρού λογισμού και η ηδονική συνομιλία με την προαί­ρεσή μας. Πάλη είναι η αντίσταση στο λογισμό που γίνεται ή προς κατάργηση του πάθους, που αυτός περιέχει, ή προς συγκατάθεση. Πάθος είναι η έξη που δημιουργείται από το συνδυασμό του λογισμού και η κατά κάποιο τρόπο συνεχής μελέ­τη και φαντασία. Συγκατάθεση είναι η συγκατά­νευση στο πάθος που περιέχει ο λογισμός, σαν απόφαση. Ενέργεια είναι η ίδια η πράξη του εμπαθούς λογισμού, στον οποίο συγκατατεθήκα­με. Και αιχμαλωσία είναι η βίαιη και αθέλητη, ακούσια απαγωγή της καρδιάς που τυραννιέται από προηγούμενο εθισμό στην αμαρτία και από τη μακροχρόνια συνήθεια.

Όποιος λοιπόν αντιμετωπίζει απαθώς το πρώτο, δηλαδή την προσβολή ή το διώχνει αμέσως με αντίρρηση και σταθερότητα, έκοψε δια μιας και όλα τα επόμενα».

Στο τριμερές της ψυχής, όπως προαναφέρα­με, λογιστικό, θυμικό και επιθυμητικό, εάν κατα­μερίσουμε ανάλογες ενέργειες, ο άνθρωπος ορθο­ποδεί, εξυγιαίνεται και γίνεται μέτοχος των θείων επαγγελιών. Αυτό είναι το τέλος του σκοπού μας.

Όπως η ενέργεια της έξης (συνήθειας) κυρι­αρχεί και επιβάλλεται στα πονηρά και παράλογα, ας την εκμεταλλευτούμε για να μας συμπαραστα­θεί στην αγαθοεργία και καλωσύνη, ώστε ευκολώτερα να τηρούμε τις εντολές εφ' όσον η σννή­θεια ελαφρώνει το βάρος του αγώνα. Στην περιεκτική πατερική εμπειρία μαθαίνουμε ότι όποιος φοβάται η μάλλον όποιος πιστεύει στο Θεό, φοβάται την κόλαση. όποιος φοβάται την κόλαση, τηρεί τις εντολές. όποιος τηρεί τις εντολές υπομέ­νει τις θλίψεις. όποιος υπομένει τις θλίψεις απο­κτά την ελπίδα προς το Θεό και αυτή η ελπίδα χωρίζει το νου από κάθε άσκοπη προσπάθεια. αν από αυτήν αποχωριστεί ο νους, αποκτά την αγά­πη προς το Θεό.

Όρος και τρόπος αναμαρτησίας κατά τον με­γαλύτερο ανάμεσα στους ασκητές, Αρσένιο, είναι η ησυχία. Ο ίδιος παρακαλώντας το Θεό να του υποδείξει τρόπο βέβαιο της σωτηρίας άκουσε άπ' αυτόν:

-Αρσένιε, φεύγε, σιώπα, ησύχαζε, διότι αυτά είναι οι ρίζες της αναμαρτησίας. Δια μέσου αυτών ο άνθρωπος έρχεται σε αίσθηση της ανθρώπινης ευτέλειας όπου βρίσκεται η ταπεινοφροσύνη. αυτή πάλι είναι γέννημα της γνώσης και η γνώση γέννημα των πειρασμών.

 

Οι επτά σωματικές πράξεις της μετάνοιας


Στην πρακτική των Πατέρων, που αναλύου­με, αναφέρονται και επτά σωματικές πράξεις στις οποίες στηρίζονται οι τρόποι και τα έργα της με­τάνοιας.

Ως πρώτη πράξη στη μετάνοια οι Πατέρες τοποθετουν την ησυχία. Είναι η απερίσπαστη διαγωγή. Η απομάκρυνση από τα αίτια, που δημιουργούν τις αφορμές της πτώσης και της ήττας, ειδικά σ' όσους είναιι ασθενείς χαρακτήρες, αλλά και άπ' αυτόν τον «ως λέοντα περιπατούντα και ζητούντα να μας καταπίη» (Α' Πέτρ. ε' 8). Με την ησυχία απέχει ο αγωνιστής απο τη μάταιη και άσκοπη μέριμνα και του επιτρέπεται αν θέλει να στρέψει τη σκέψη και ασχολία του προς το Θεό, άπ' όπου φωτιζόμενος από τη θεία Χάρη ανακα­λύπτει τον εαυτό του, που είναι απαραίτητο κα­θήκον.

Δεύτερη πράξη θεωρείται η νηστεία. Με αυτήν καταβάλλεται και δεσμεύεται ένας από τους γίγαντες της διαστροφής -η γαστριμαργία- ο ακαταγώνιστος σύμμαχος της φύσης και του δια­βόλου. Με αυτήν αιχμαλωτίζει ο τελευταίος τα πλείστα των θυμάτων του. Το πόσο απαραίτητη είναι αυτή η πράξη το απέδειξε ο Κύριός μας, όταν ανέλαβε με την παρουσία του την ανάπλασή μας, μετά το θείο βάπτισμα στον Ιορδάνη. Ποιος τώρα μπορεί να αμφισβητήσει το βάθρο αυτό της μετάνοιας, της ανάπλασης, της ανάστασης, της σωτηρίας; Εάν ο αναμάρτητος και απαθής νη­στεύει -και μάλιστα παρατεταμένα- ποιος θα προφασιστεί αδυναμία η άρνηση; Αφήνω και την άσκηση της δίψας που οι έμπειροι της εγκράτειας προβάλλουν ως άριστο άθλημα κατά των παράλο­γων ορέξεων.

Την αγρυπνία, ως τρίτη πράξη, συνιστούν οι Πατέρες. Είναι το αποτελεσματικώτερο μέσο του φωτισμού του νου και γεννήτρια της προσευχής. Ο κόρος της υπνηλίας υποβιβάζει άμεσα τη διαύγεια του νου. Μειώνεται η διανοητική ι­κανότητα της λογικής φύσης να συγκρίνει, δια­κρίνει, επιλέξει και εφαρμόσει όσα η νόμιμη άσκη­ση απαιτεί. Η άγρυπνία, ως μέσο της φίλης των Πατέρων μας φιλοπονίας, πάντοτε προηγείτο στους ασκητικούς αγώνες. Και είναι γνωστή η υπερβολική άσκηση των Πατέρων στην αγρυ­πνία. Επέμεναν στα πολλαπλά οφέλη αυτής της αρετής, επειδή συντελούσε άριστα στη διανοητι­κή εργασία από την οποία εξαρτώνται όλα έφ' όσον «νους ορά και νους ακούει» και εκλέγει και εκτελεί.

Τέταρτη και Πέμπτη πράξη τοποθετούν οι Πατέρες την προσευχή και την ψαλμωδία. Πράγ­ματι διαιρούσαν την εργασία της προσευχής σε δυο τρόπους, που επικρατούν στην τόσο σημαντι­κή αυτήν παναρετή. Στο όνομα της προσευχής χάραξαν την έννοια της εσωστρέφειας και ειδικά της «κατά μόνας» προς το Θεό συνομιλίας. Εκεί ο καθένας επιρρίπτει τον εαυτό του μπροστά στη θεία ευσπλαγχνία και αγαθότητα και με επίμονη εξομολόγηση, δέηση, ικεσία, παράκληση ή και ευχαριστία αναφέρει τον πόνο και τον πόθο του προς «τον δυνάμενον σώζειν» Χριστό, το Θεό μας. Η ψαλμωδία χρησιμοποιείται στις ομαδικές συναθροίσεις των πιστών. Με την υμνολογία επι­τελείται εορταστικώτερα η κοινή προσευχή και αυτό είναι περισσότερο αποδεκτό και εφαρμόσι­μο από το λαό.

Εκτη πράξη θεωρούν οι Πατέρες την ανά­ γνωση και μελέτη λόγων και παραγγελμάτων που μας κατευθύνουν στην εν Χριστώ πνευματική μας ζωή. Ο λόγος του Κυρίου μας «ο έ χων τας εντολάς μου» αυτο σημαίνει: Να μάθει και να κα­τανοήσει τις εντολές μου, το θέλημά μου και μετά να γίνει τηρητής (τηρών αυτάς). Και αυτός « έστιν ο αγαπών με». Στο Μωσαϊκό νόμο απαιτητικώτε­ρα διέταζε ο Θεός τη μελέτη του θελήματός του και την ενασχόληση με αυτό για να μη παραλεί­πεται, ως καθήκον, η ακριβής τήρηση και εφαρ­μογή του. «Εν τω νόμω αυτού μελετήσει ημέρας και νυκτός» (Ψαλμ. α' 2). Μια από τις σπουδαιό­τερες φροντίδες αυτού που θέλει να απαλλαγεί από τη λύσσα του «ωρυομενού ως λέοντος» εναντίον μας, κατά τον Παύλο, είναι το να «μη α­γνοώμεν τα νοήματα αυτού» (πρβλ. Β' Κορ. β' 11). Επειδή οι φίλοι και δούλοι τον Θεού «ουκ ίδίω θελήματι αλλά Πνεύματι Αγίω φερόμενοι ελάλη­σαν και έγραψαν» (πρβλ. Β' Πέτρ. α' 21), είναι πλέον καθήκον η μελέτη και έρευνα των λόγων και των συγγραφών τους προς πλήρη διαφώτιση και μάθηση του αόρατου πολέμο που ασίγαστα διεξάγουμε.

Έβδομη πράξη θεωρούν οι Πατέρες την επερώτηση των εμπείρων για κάθε λόγο και πράξη. Με αυτόν τον τρόπο επισφραγίζεται το ταπεινό φρόνημα. Απουσιάζει η αυταρέσκεια και η απειρία. «Τοις ταπεινοίς» δίνει ο Κύριος το φωτισμό και τη Χάρη του.

Το τέλος όλης αυτής της προσπάθειας και ετοιμασίας είναι η υπομονή, ώστε «μήτε θαρρείν μήτε απογινώσκειν» απ όσα συνήθως συμβαίνουν είτε χαροποιά είτε επίπονα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου